μανύω

μανύω
μᾱνῠω
a declare

ὣς ἄρα μάνυε O. 6.52

ὀπιθόμβροτον αὔχημα δόξας οἶον ἀποιχομένων ἀνδρῶν δίαιταν μανύει καὶ λογίοις καὶ ἀοιδοῖς P. 1.93

τὸ κρατήσιππον γὰρ ἐς ἅρμ' ἀναβαίνων ματέρι καὶ διδύμοις παίδεσσιν αὐδὰν μανύει Πυθῶνος αἰπεινᾶς ὁμοκλάροις ἐπόπταις (sc. Χρομίος: “donne le signale du chant.” Puech) N. 9.4 [μανύων (codd.: ματεῖσ Schr.: ματεύοισ Turyn) *fr. 107a. 5.*]
b point out, make known οἷς δῶμα Φερσεφόνας μανύων Ἀχιλεύς (οἷς σημαίνων τὸν Ἅιδην ἀντὶ τοῦ οὓς ἀναιρῶν. Σ.) I. 8.55

Lexicon to Pindar. . 2010.

Игры ⚽ Поможем написать реферат

Look at other dictionaries:

  • μανύω — (Α) (δωρ. τ.) βλ. μηνύω …   Dictionary of Greek

  • μανύω — μᾱνύ̱ω , μηνύω disclose what is secret pres subj act 1st sg μᾱνύ̱ω , μηνύω disclose what is secret pres ind act 1st sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • μηνύω — (ΑΜ μηνύω Μ και μηνυῶ, άω, Α και δωρ. τ. μανύω) 1. αποκαλύπτω μυστικό, καθιστώ κάτι γνωστό, φανερώνω, αποκαλύπτω («ποίου γὰρ ἀνδρὸς τήνδε μηνύει τύχην», Σοφ.) 2. εισάγω κατηγορία ή διατυπώνω καταγγελία εναντίον κάποιου («καὶ ὁ μὲν αὐτός τε καθ… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”